词汇

资产   »   Οικονομικά

το ΜΑΣ/ ΑΤΜ

to MAS/ ATM
自动取款机

ο λογαριασμός

o logariasmós
帐户

η τράπεζα

i̱ trápeza
银行

το χαρτονόμισμα

to chartonómisma
纸币

η επιταγή

i̱ epitagí̱
支票

το ταμείο

to tameío
收款处

το νόμισμα

to nómisma
硬币

το νόμισμα

to nómisma
货币

το διαμάντι

to diamánti
钻石

το δολάριο

to dolário
美元

η δωρεά /χορηγία

i̱ do̱reá /chori̱gía
捐赠

το ευρώ

to ev̱ró̱
欧元

η συναλλαγματική ισοτιμία

i̱ synallagmatikí̱ isotimía
汇率

ο χρυσός

o chrysós
黄金

η πολυτέλεια

i̱ polytéleia
奢侈品

η τιμή αγοράς

i̱ timí̱ agorás
交易所行情

η ιδιότητα μέλους

i̱ idióti̱ta mélous
会员

τα χρήματα

ta chrí̱mata

το ποσοστό επί τοις εκατό

to posostó epí tois ekató
百分比

ο κουμπαράς

o koumparás
储蓄罐

το τίμημα

to tími̱ma
价格标签

το πορτοφόλι

to portofóli
钱包

η απόδειξη

i̱ apódeixi̱
收据

το χρηματιστήριο

to chri̱matistí̱rio
证券交易所

το εμπόριο

to empório
贸易

ο θησαυρός

o thi̱sav̱rós
财宝

το πορτοφόλι

to portofóli
钱包

ο πλούτος

o ploútos
财富
回去